Απληστία στα ολλανδικά
Μετάφραση: απληστία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gierigheid, schraperigheid, vrekkigheid, inhaligheid, hebzucht, de hebzucht, begeerte, gulzigheid
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απληστία
απληστία συνώνυμο, απληστία ετυμολογία, απληστία αποφθέγματα, απληστία του ανθρώπου, απληστία αντωνυμο, απληστία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, απληστία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- απεχθής στα ολλανδικά - afgrijselijk, vuil, gruwelijk, obsceen, ijselijk, weerzinwekkend, afschuwelijk, ...
- απλά στα ολλανδικά - alleen, enkel, slechts, uitsluitend, pas, maar, eenvoudigweg, ...
- απλοποίηση στα ολλανδικά - vereenvoudiging, de vereenvoudiging, vereenvoudigen, vereenvoudiging van, een vereenvoudiging
- απλοποιώ στα ολλανδικά - simplificeren, vereenvoudigen, aplopoio
Τυχαίες λέξεις
Απληστία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gierigheid, schraperigheid, vrekkigheid, inhaligheid, hebzucht, de hebzucht, begeerte, gulzigheid
Μεταφράσεις: gierigheid, schraperigheid, vrekkigheid, inhaligheid, hebzucht, de hebzucht, begeerte, gulzigheid