Gierigheid στα ελληνικά
Μετάφραση: gierigheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απληστία, φιλαργυρία, βουλιμία, τσιγκουνιά, πλεονεξία, φιλαργυρίας, την πλεονεξία, τη φιλαργυρία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gieren στα ελληνικά - φωνάζω, σφύριγμα, σφυρίζω, κραυγάζω, στριγκλίζω, κραυγή, σφυρίχτρα, ...
- gierig στα ελληνικά - άπληστος, εννοώ, φιλάργυρος, παραδόπιστος, σημαίνω, σφιχτός, στενός, ...
- gierst στα ελληνικά - κεχρί, το κεχρί, κεχριού, μιλλέτ, κεχρί του
- gieteling στα ελληνικά - κότσυφας, γουρούνι, χοίρος, χοίρων, χοίρου, χοίρο
Τυχαίες λέξεις
Gierigheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απληστία, φιλαργυρία, βουλιμία, τσιγκουνιά, πλεονεξία, φιλαργυρίας, την πλεονεξία, τη φιλαργυρία
Μεταφράσεις: απληστία, φιλαργυρία, βουλιμία, τσιγκουνιά, πλεονεξία, φιλαργυρίας, την πλεονεξία, τη φιλαργυρία