Αποστραγγίζω στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποστραγγίζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
draineren, aftappen, afwateren, afvoerkanaal, afvoer
Αποστραγγίζω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποστραγγίζω

αποστραγγίζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποστραγγίζω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αποστολικός στα ολλανδικά - apostolisch, apostolische, de apostolische, Apostolic
  • αποστράτευση στα ολλανδικά - pensioen, demobilisatie, demobilisering, demobilisatie-, de demobilisatie, voor demobilisatie
  • αποστροφή στα ολλανδικά - antipathie, apostrof, uitlatingsteken, afkappingsteken, tegenzin, afkeer, weglatingsteken, ...
  • αποσυναρμολογώ στα ολλανδικά - neerslaan, knock down, neerslaan van, neerhalen, omver
Τυχαίες λέξεις
Αποστραγγίζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: draineren, aftappen, afwateren, afvoerkanaal, afvoer