Αποστραγγίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αποστραγγίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
drenar, dreno, escorrer, drene, escorra
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποστραγγίζω
αποστραγγίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποστραγγίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αποστολικός στα πορτογαλικά - apostólico, apostólica, apostólicas, apostólicos
- αποστράτευση στα πορτογαλικά - aposentadoria, aposentado, desmobilização, de desmobilização, a desmobilização, da desmobilização
- αποστροφή στα πορτογαλικά - apóstrofe, aversão, aversão ao, a aversão, aversion, a aversão ao
- αποσυναρμολογώ στα πορτογαλικά - desmontar, desarrumar, derrubar, knock down, abater, bater para baixo, derrube
Τυχαίες λέξεις
Αποστραγγίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: drenar, dreno, escorrer, drene, escorra
Μεταφράσεις: drenar, dreno, escorrer, drene, escorra