Αστράγαλος στα ολλανδικά
Μετάφραση: αστράγαλος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
enkel, enkels, de enkel, enkelblessure
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστράγαλος
πρησμένοσ αστράγαλοσ, αστράγαλοσ ανατομία, αστράγαλος παιχνίδι, αστράγαλος ο μεμβρανώδης, αστράγαλος english, αστράγαλος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αστράγαλος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αστικός στα ολλανδικά - stedelijk, stads, stedelijke, de stedelijke, stad stedelijk, stad
- αστοχώ στα ολλανδικά - meisje, missen, juffrouw, mislopen, meid, misgrijpen, Miss, ...
- αστράφτω στα ολλανδικά - verlichten, lichter, te verlichten, lichter te, verlicht
- αστραπές στα ολλανδικά - vuurstraal, schicht, flits, bliksemschicht, bliksem, hemelvuur, blikseminslag, ...
Τυχαίες λέξεις
Αστράγαλος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: enkel, enkels, de enkel, enkelblessure
Μεταφράσεις: enkel, enkels, de enkel, enkelblessure