Διαβιβαστής στα ολλανδικά

Μετάφραση: διαβιβαστής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verzender, afzender, expediteur, forwarder, de expediteur, expediteur van, de expediteur van
Διαβιβαστής στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαβιβαστής

διαβιβαστής πυροβολικού, ειδικότητα διαβιβαστής, οδηγός διαβιβαστής, διαβιβαστής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διαβιβαστής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαβητικός στα ολλανδικά - diabeticus, suikerziekte, diabetische, diabetes, diabetisch
  • διαβιβάζω στα ολλανδικά - aanreiken, aanbrengen, halen, aangeven, aandragen, afdragen, bezorgen, ...
  • διαβλέπω στα ολλανδικά - onderscheiden, waarnemen, ik snap het, ik zie, zie ik, ik, ik zie dat
  • διαβολή στα ολλανδικά - eerroof, laster, smaad, belasteren, lasteren, lastering
Τυχαίες λέξεις
Διαβιβαστής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verzender, afzender, expediteur, forwarder, de expediteur, expediteur van, de expediteur van