Διαβιβαστής στα ουκρανικά

Μετάφραση: διαβιβαστής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
радіопередавач, відправник, передатчик, передавач, експедитор
Διαβιβαστής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαβιβαστής

διαβιβαστής πυροβολικού, ειδικότητα διαβιβαστής, οδηγός διαβιβαστής, διαβιβαστής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαβιβαστής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διαβητικός στα ουκρανικά - діабетик, діабетичний, діабетичні
  • διαβιβάζω στα ουκρανικά - переведіть, передавати, перевозити, переправляти, надсилати, передаватимуть
  • διαβλέπω στα ουκρανικά - розпізнавати, відчути, розрізнювати, розглянути, усвідомлювати, розуміти, відчувати, ...
  • διαβολή στα ουκρανικά - обмова, наклеп, наклепи
Τυχαίες λέξεις
Διαβιβαστής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: радіопередавач, відправник, передатчик, передавач, експедитор