Δικαιοσύνη στα ολλανδικά

Μετάφραση: δικαιοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
billijkheid, rechter, gerechtigheid, richter, justitie, rechtvaardigheid, rechtspleging, recht
Δικαιοσύνη στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δικαιοσύνη

δικαιοσύνη αγγελάκας, δικαιοσύνη στο βυζάντιο, δικαιοσύνη και ηθική, δικαιοσύνη αποφθέγματα, δικαιοσύνη για όλα τα κορίτσια, δικαιοσύνη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, δικαιοσύνη στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • δικαιολογία στα ολλανδικά - vergeven, rechtvaardiging, verontschuldigen, verschonen, excuus, excuseren, verontschuldiging, ...
  • δικαιολογώ στα ολλανδικά - rechtvaardigen, excuus, verontschuldiging, voorwendsel, excuus om, verontschuldigen
  • δικαιώνω στα ολλανδικά - rechtvaardigen, verantwoorden, te rechtvaardigen, rechtvaardiging, rechtvaardigt
  • δικανικός στα ολλανδικά - gerechtelijk, forensische, forensisch, gerechtelijke, de forensische
Τυχαίες λέξεις
Δικαιοσύνη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: billijkheid, rechter, gerechtigheid, richter, justitie, rechtvaardigheid, rechtspleging, recht