Εξερεύνηση στα ολλανδικά

Μετάφραση: εξερεύνηση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
speurtocht, speurwerk, onderzoek, verkenning, exploratie, de exploratie, verkennen
Εξερεύνηση στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξερεύνηση

εξερεύνηση των windows 8, εξερεύνηση του διαστήματος, εξερεύνηση των windows 7, εξερεύνηση του άρη, εξερεύνηση στον ειρηνικό ωκεανό, εξερεύνηση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εξερεύνηση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • εξερευνητής στα ολλανδικά - ontdekkingsreiziger, Explorer, verkenner, onderzoeker
  • εξερευνώ στα ολλανδικά - verkennen, vorsen, onderzoeken, uitzoeken, exploreren, nagaan, uitvissen, ...
  • εξετάζω στα ολλανδικά - deksel, bedekking, nakijken, beeldscherm, nagaan, trachten, uitvissen, ...
  • εξευγενίζω στα ολλανδικά - steeds maken, verstedelijken, urbaniseren
Τυχαίες λέξεις
Εξερεύνηση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: speurtocht, speurwerk, onderzoek, verkenning, exploratie, de exploratie, verkennen