Νωρίς στα ολλανδικά
Μετάφραση: νωρίς, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vroegtijdig, pril, vroeg, vroege, begin, begin van
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νωρίς
έφυγεσ νωρίσ, νωρίς ημισκούμπρια, νωρίσ ρέμοσ, ξυπνάς νωρίς, νωρίς γαλλικά, νωρίς λεξικό γλώσσας ολλανδικά, νωρίς στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- νωθρότητα στα ολλανδικά - luiaard, luiheid, Sloth, traagheid, lippenbeer
- νωπός στα ολλανδικά - vrijpostig, klam, mottig, fris, vocht, luchtig, vers, ...
- νωχελής στα ολλανδικά - lui, indolent, indolente, traag, luie
- νόημα στα ολλανδικά - betekenis, betasten, bevoelen, zintuig, zin, betekent, wat betekent, ...
Τυχαίες λέξεις
Νωρίς στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vroegtijdig, pril, vroeg, vroege, begin, begin van
Μεταφράσεις: vroegtijdig, pril, vroeg, vroege, begin, begin van