Bijl στα ελληνικά
Μετάφραση: bijl, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πέλεκας, πελέκι, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
Μεταφράσεις
- bijkomend στα ελληνικά - αναπληρωτής, συνεργός, βοηθητικός, συμπλήρωμα, επικουρικός, υποβοηθητικός, θυγατρική, ...
- bijkomstig στα ελληνικά - συνεργός, αναπληρωτής, υποβοηθητικός, συμπλήρωμα, θυγατρική, βοηθητικός, δευτερεύων, ...
- bijlage στα ελληνικά - προσάρτημα, αναβάτης, παράρτημα, επισυνάψετε, αποδίδουν, συνδέσετε, να επισυνάψετε, ...
- bijna στα ελληνικά - σχεδόν, πλέον, κοντά, παραλίγο, για, περίπου, περί, ...
Τυχαίες λέξεις
Bijl στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πέλεκας, πελέκι, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
Μεταφράσεις: πέλεκας, πελέκι, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι