Σοσιαλιστής στα ολλανδικά

Μετάφραση: σοσιαλιστής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
socialist, socialistisch, socialistische, de socialistische
Σοσιαλιστής στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοσιαλιστής

ελευθεριακός σοσιαλιστής, σοσιαλιστής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σοσιαλιστής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σοπράνο στα ολλανδικά - sopraan, Sopran, soprano, discant, de sopraan
  • σοσιαλισμός στα ολλανδικά - socialisme, het socialisme, collectivisme, socialism
  • σουίτα στα ολλανδικά - gevolg, suite, badkamer, eigen, eigen badkamer
  • σουβλί στα ολλανδικά - els, AWL, priem, van AWL, de priem
Τυχαίες λέξεις
Σοσιαλιστής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: socialist, socialistisch, socialistische, de socialistische