Σπονδυλικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: σπονδυλικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wervel-, vertebrale, wervel, wervellichaam, wervelkolom
Σπονδυλικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σπονδυλικός

σπονδυλικόσ σωλήνασ, σπονδυλικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σπονδυλικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σπλήνα στα ολλανδικά - milt, de milt, milt-
  • σπογγώδης στα ολλανδικά - sponzig, sponsachtig, sponsachtige, sponzige, verwonderlijk midden
  • σπονδυλωτό στα ολλανδικά - gewerveld, gewervelde, vertebrate, vertebraat, vertebraten
  • σποραδικός στα ολλανδικά - sporadisch, toevallig, sporadische, slechts sporadisch, de sporadische
Τυχαίες λέξεις
Σπονδυλικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: wervel-, vertebrale, wervel, wervellichaam, wervelkolom