Φοιτήτρια στα ολλανδικά

Μετάφραση: φοιτήτρια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
leerling, wetenschapper, student, geleerde, studenten
Φοιτήτρια στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φοιτήτρια

φοιτήτρια βρέθηκε απαγχονισμένη στη ρόδο, φοιτήτρια βρήκε τρόπο να βγάζει 400-500€ την εβδομάδα δε θα πιστέψεις πώς τα καταφέρνει, φοιτήτρια ιατρικής δημοπρατεί την παρθενιά της, φοιτήτρια ιατρικής δημοπρατεί την παρθενιά της...(φωτο), φοιτήτρια του τει λάρισας σε προσωπικές στιγμές, φοιτήτρια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φοιτήτρια στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φοβερός στα ολλανδικά - vreselijk, afschuwelijk, gruwelijk, ondoorgrondelijk, ijselijk, afgrijselijk, onpeilbaar, ...
  • φοβισμένος στα ολλανδικά - schrikaanjagend, vreselijk, laf, bang, vreesachtig, bevreesd, bang dat, ...
  • φοιτητής στα ολλανδικά - geleerde, student, leerling, wetenschapper, studenten
  • φονικός στα ολλανδικά - dodelijk, dodelijke, doods
Τυχαίες λέξεις
Φοιτήτρια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: leerling, wetenschapper, student, geleerde, studenten