Φούσκα στα ολλανδικά
Μετάφραση: φούσκα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
blaasje, blaar, blaas, borrelen, trekje, poef, rookwolk, bladerdeeg, puff
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φούσκα
φούσκα λεβιέ ταχυτήτων, φούσκα χρηματιστηρίου, φούσκα στο στόμα, φούσκα ακινήτων, φούσκα τούρτες, φούσκα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φούσκα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- φούρναρης στα ολλανδικά - bakker, Baker, van Baker, bakkers, bakkerij
- φούρνος στα ολλανδικά - kachel, oven, de oven, een oven, bakoven, fornuis
- φούσκωμα στα ολλανδικά - inflatie, de inflatie, het opblazen
- φούστα στα ολλανδικά - rok, meisje, meid, vrouwenrok, rokje, rokjes, skirt, ...
Τυχαίες λέξεις
Φούσκα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: blaasje, blaar, blaas, borrelen, trekje, poef, rookwolk, bladerdeeg, puff
Μεταφράσεις: blaasje, blaar, blaas, borrelen, trekje, poef, rookwolk, bladerdeeg, puff