Όμοιος στα ολλανδικά

Μετάφραση: όμοιος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eender, aanstaren, soortgelijk, staren, gelijk, gelijksoortig, soortgelijke, vergelijkbare
Όμοιος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όμοιος

όμοιος συνώνυμα, όμοιος τον όμοιο κι η κοπριά στα λάχανα, όμοιος στον όμοιο, όμοιος στον όμοιο κι η κοπριά στα λάχανα τι σημαινει, όμοιος ομοίω αεί πελάζει, όμοιος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, όμοιος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • όμηρος στα ολλανδικά - garant, gijzelaar, gijzeling, gegijzeld, in gijzeling, gijzelen
  • όμιλος στα ολλανδικά - groep, groepering, Group, groepen, de groep
  • όμορφος στα ολλανδικά - fraai, schoon, goeduitziend, fijn, knap, net, mooi, ...
  • όμως στα ολλανδικά - desondanks, toch, uitsluitend, echter, pas, hoe, doch, ...
Τυχαίες λέξεις
Όμοιος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: eender, aanstaren, soortgelijk, staren, gelijk, gelijksoortig, soortgelijke, vergelijkbare