Ένοχος στα ουγγρικά
Μετάφραση: ένοχος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tettes, bűnös, bűnösnek, vétkes, bűnösök, vétkesek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένοχος
ένοχος goin through stixoi, ένοχος - goin ' through feat. ominus stixoi, ένοχος λαγός, ένοχος ο παπαγεωργόπουλος, ένοχος χωρίς αποδείξεις, ένοχος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ένοχος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ένοικος στα ουγγρικά - bérlő, bérlői, bérlője, bérlo, a bérlő
- ένορκος στα ουγγρικά - esküdt, zsűritag, esküdtet, zsűritagja
- ένσταση στα ουγγρικά - kifogás, kifogást, kifogása, kifogással, ellenvetés
- ένταλμα στα ουγγρικά - igazolvány, jogosultság, végzés, tanúság, szavatosság, felhatalmazás, parancs, ...
Τυχαίες λέξεις
Ένοχος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tettes, bűnös, bűnösnek, vétkes, bűnösök, vétkesek
Μεταφράσεις: tettes, bűnös, bűnösnek, vétkes, bűnösök, vétkesek