Ένοχος στα ρουμανικά
Μετάφραση: ένοχος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vinovat, vinovați, vinovată, vinovate, vinovati
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένοχος
ένοχος goin through stixoi, ένοχος - goin ' through feat. ominus stixoi, ένοχος λαγός, ένοχος ο παπαγεωργόπουλος, ένοχος χωρίς αποδείξεις, ένοχος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ένοχος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ένοικος στα ρουμανικά - arendaş, chiriaș, chirias, locatar, chiriașul, chiriasi
- ένορκος στα ρουμανικά - jurat, juratul, juriul, de jurat, jurați
- ένσταση στα ρουμανικά - obiecție, opoziție, obiecții, o obiecție, obiecțiuni
- ένταλμα στα ρουμανικά - garanţie, mandat, mandat de, mandatului, justifică, mandatul
Τυχαίες λέξεις
Ένοχος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: vinovat, vinovați, vinovată, vinovate, vinovati
Μεταφράσεις: vinovat, vinovați, vinovată, vinovate, vinovati