Αντίρρηση στα ουγγρικά
Μετάφραση: αντίρρηση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ellenvetés, kifogás, kifogást, kifogása, kifogással
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντίρρηση
αντίρρηση συνείδησης, αντίρρηση english, αντίρρηση συνώνυμο, αντίρρηση σημασία, αντίρρηση ετυμολογία, αντίρρηση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αντίρρηση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αντίπαλος στα ουγγρικά - rivális, ellenség, ellenfél, ellenféltől, támadó, ellenfele
- αντίποινα στα ουγγρικά - megtorlás, megtorlástól, megtorlást, a megtorlás, megtorlással
- αντίσταση στα ουγγρικά - ellenállás, rezisztencia, ellenállást, ellenállása, ellenállását
- αντίστοιχος στα ουγγρικά - egyenértékes, ekvivalens, megfelelő, megfelel, felel, megfelelően, tartozó
Τυχαίες λέξεις
Αντίρρηση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ellenvetés, kifogás, kifogást, kifogása, kifogással
Μεταφράσεις: ellenvetés, kifogás, kifogást, kifogása, kifogással