Αντίρρηση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αντίρρηση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
objecções, objeção, objecção, oposição, excepção
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντίρρηση
αντίρρηση συνείδησης, αντίρρηση english, αντίρρηση συνώνυμο, αντίρρηση σημασία, αντίρρηση ετυμολογία, αντίρρηση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αντίρρηση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αντίπαλος στα πορτογαλικά - adversário, arriscar, rivalizar, inimigo, entender, acometer, risco, ...
- αντίποινα στα πορτογαλικά - vingança, retaliação, represália, represálias, retaliações, a retaliação
- αντίσταση στα πορτογαλικά - resistir, oposição, imunidade, resistência, resistência à, a resistência, de resistência, ...
- αντίστοιχος στα πορτογαλικά - similar, equivalente, equipamento, semelhante, parecido, correspondente, correspondentes, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντίρρηση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: objecções, objeção, objecção, oposição, excepção
Μεταφράσεις: objecções, objeção, objecção, oposição, excepção