Ασφαλίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: ασφαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
biztosít, biztosítani, biztosítsák, biztosítsuk, biztosítására
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασφαλίζω
εξασφαλίζω μετάφραση, ασφαλίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ασφαλίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ασφάλιση στα ουγγρικά - biztosítás, biztosítási, biztosító, a biztosítási, biztosítást
- ασφαλής στα ουγγρικά - veszélytelen, páncélszekrény, széf, biztonságos, a biztonságos, lévő széf, széffel
- ασφαλώς στα ουγγρικά - bizonyosan, bizonyára, persze, bizonnyal, biztosan, természetesen
- ασφυκτιώ στα ουγγρικά - megfojt, megfullaszt, megfullad, fuldokolni, megfulladni
Τυχαίες λέξεις
Ασφαλίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: biztosít, biztosítani, biztosítsák, biztosítsuk, biztosítására
Μεταφράσεις: biztosít, biztosítani, biztosítsák, biztosítsuk, biztosítására