Ασφαλίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ασφαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
доставати, достати, передплачувати, охороняти, підписуватися, гарантувати, застрахувати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασφαλίζω
εξασφαλίζω μετάφραση, ασφαλίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ασφαλίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ασφάλιση στα ουκρανικά - неприборканий, страхування
- ασφαλής στα ουκρανικά - доставати, обережний, достати, надійний, холодильник, безпечний, гарантувати, ...
- ασφαλώς στα ουκρανικά - звичайно, авжеж, напевно, неодмінно, аякже, звісно
- ασφυκτιώ στα ουκρανικά - задихатися, задихатись, душити, задихніться, задушити, придушити
Τυχαίες λέξεις
Ασφαλίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: доставати, достати, передплачувати, охороняти, підписуватися, гарантувати, застрахувати
Μεταφράσεις: доставати, достати, передплачувати, охороняти, підписуватися, гарантувати, застрахувати