Βέσπα στα ουγγρικά

Μετάφραση: βέσπα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
robogó, roller, scooter, robogót
Βέσπα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βέσπα

μπομπονιέρα βέσπα, βάπτιση βέσπα, η βέσπα, βέσπα 200, ανταλλακτικά βέσπα, βέσπα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βέσπα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • βέλος στα ουγγρικά - szökellés, nyíl, arrow, nyíl A, nyilat
  • βέργα στα ουγγρικά - mutatópálca, váltókar, vizsla, fugázó, javaslat, vadászvizsla, szoborfaragó, ...
  • βήμα στα ουγγρικά - iram, terpesztávolság, futófelület, lépés, lépésben, lépést, lépésre, ...
  • βήχας στα ουγγρικά - köhintés, köhögés, a köhögés, köhögést, köhögés elleni
Τυχαίες λέξεις
Βέσπα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: robogó, roller, scooter, robogót