Βέσπα στα ρουμανικά

Μετάφραση: βέσπα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
trotinetă, scuter, scooter, scutere, scuterul, scuter de
Βέσπα στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βέσπα

μπομπονιέρα βέσπα, βάπτιση βέσπα, η βέσπα, βέσπα 200, ανταλλακτικά βέσπα, βέσπα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βέσπα στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • βέλος στα ρουμανικά - săgeată, săgeata
  • βέργα στα ρουμανικά - nuia, tijă, nuia de salcie sau de răchită, lozie, withe
  • βήμα στα ρουμανικά - măsură, pas, treaptă, etapa, etapă, pasul, etape
  • βήχας στα ρουμανικά - tuse, tui, tusei, tusea, de tuse
Τυχαίες λέξεις
Βέσπα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: trotinetă, scuter, scooter, scutere, scuterul, scuter de