Βέσπα στα τούρκικα

Μετάφραση: βέσπα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mobilet, scooter, motosiklet, skuter
Βέσπα στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βέσπα

μπομπονιέρα βέσπα, βάπτιση βέσπα, η βέσπα, βέσπα 200, ανταλλακτικά βέσπα, βέσπα λεξικό γλώσσας τούρκικα, βέσπα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • βέλος στα τούρκικα - ok, arrow
  • βέργα στα τούρκικα - çubuk, değnek, withe
  • βήμα στα τούρκικα - tedbir, adım, basamak, adımı, aşama, adımdır
  • βήχας στα τούρκικα - öksürük, öksürmek, öksürüğü, bir öksürük
Τυχαίες λέξεις
Βέσπα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: mobilet, scooter, motosiklet, skuter