Επιείκεια στα ουγγρικά
Μετάφραση: επιείκεια, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
irgalmasság, enyheség, elnézés, kényeztetés, vételnek, engedékenység, élvezet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιείκεια
επιείκεια κλιση, επιείκεια λεξικο, επιείκεια αγγλικα, επιείκεια ετυμολογία, επιείκεια βικιπαιδεια, επιείκεια λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επιείκεια στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επιδόρπιο στα ουγγρικά - desszert, desszertként, desszertet, étkezési
- επιδότηση στα ουγγρικά - szubvenció, támogatás, támogatási, támogatást, támogatások
- επιεικής στα ουγγρικά - humánus, humán, emberséges, megbocsátó, elnéző, megbocsátás, megbocsátók, ...
- επιζήμιος στα ουγγρικά - hátrányos, káros, sértő, hátrányosan, ártalmas
Τυχαίες λέξεις
Επιείκεια στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: irgalmasság, enyheség, elnézés, kényeztetés, vételnek, engedékenység, élvezet
Μεταφράσεις: irgalmasság, enyheség, elnézés, kényeztetés, vételnek, engedékenység, élvezet