Επιείκεια στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επιείκεια, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
indulgência, indulgence, condescendência, satisfação, a indulgência
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιείκεια
επιείκεια κλιση, επιείκεια λεξικο, επιείκεια αγγλικα, επιείκεια ετυμολογία, επιείκεια βικιπαιδεια, επιείκεια λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επιείκεια στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επιδόρπιο στα πορτογαλικά - sobremesa, dessert, a sobremesa, dessert doce, sobremesas
- επιδότηση στα πορτογαλικά - subvenção, subsídio, subsídios, subsidiar, subvenções, ajuda
- επιεικής στα πορτογαλικά - humano, indulgente, clemente, perdoar, perdão, perdoando
- επιζήμιος στα πορτογαλικά - prejudicial, prejudiciais, negativo, prejudicar, prejudique
Τυχαίες λέξεις
Επιείκεια στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: indulgência, indulgence, condescendência, satisfação, a indulgência
Μεταφράσεις: indulgência, indulgence, condescendência, satisfação, a indulgência