Θριαμβευτικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: θριαμβευτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
diadalmaskodó, diadalmas, győzedelmes, diadalmasan, győztes, diadalittas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θριαμβευτικός
θριαμβευτικός συνώνυμα, θριαμβευτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, θριαμβευτικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- θρησκευόμενος στα ουγγρικά - vallási, vallásos, a vallási, egyházi, a vallásos
- θριαμβευτικά στα ουγγρικά - diadalmasan, ujjongva
- θριαμβεύω στα ουγγρικά - diadalmenet, diadalmámor, örömujjongás, diadal, diadala, győzelme, diadalát, ...
- θρυαλλίδα στα ουγγρικά - kanócanyag, mécsbél, gyertyabél, gézcsomó, lámpabél, biztosíték, biztosítékot, ...
Τυχαίες λέξεις
Θριαμβευτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: diadalmaskodó, diadalmas, győzedelmes, diadalmasan, győztes, diadalittas
Μεταφράσεις: diadalmaskodó, diadalmas, győzedelmes, diadalmasan, győztes, diadalittas