Θριαμβευτικός στα ρωσικά

Μετάφραση: θριαμβευτικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ликующий, торжественный, торжествующий, победоносный, победный, триумфальный, торжествует, триумфальное, триумфальным, торжествующей
Θριαμβευτικός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θριαμβευτικός

θριαμβευτικός συνώνυμα, θριαμβευτικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, θριαμβευτικός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • θρησκευόμενος στα ρωσικά - религиозный, верующий, культовый, набожный, монашеский, благоговейный, религиозная, ...
  • θριαμβευτικά στα ρωσικά - радостно, ликующе, ликуя, с ликованием
  • θριαμβεύω στα ρωσικά - торжествовать, триумф, торжество, праздновать, восторжествовать, победа, апофеоз, ...
  • θρυαλλίδα στα ρωσικά - фитиль, гнет, жом, тампон, предохранитель, предохранителя, плавкий предохранитель, ...
Τυχαίες λέξεις
Θριαμβευτικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: ликующий, торжественный, торжествующий, победоносный, победный, триумфальный, торжествует, триумфальное, триумфальным, торжествующей