Θριαμβευτικός στα πολωνικά
Μετάφραση: θριαμβευτικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
triumfalny, triumfujący, zwycięski, tryumfalny, triumfalne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θριαμβευτικός
θριαμβευτικός συνώνυμα, θριαμβευτικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, θριαμβευτικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- θρησκευόμενος στα πολωνικά - religijny, religioznawstwo, wierzeniowy, nabożny, pobożny, zakonnik, religijnych, ...
- θριαμβευτικά στα πολωνικά - tryumfalnie, tryumfująco, radośnie, triumfalnie, uroczyście
- θριαμβεύω στα πολωνικά - sukces, tryumf, triumf, tryumfować, zwycięstwo, triumfem
- θρυαλλίδα στα πολωνικά - knot, bezpiecznik, lont, bezpiecznika, bezpieczników, bezpieczniki
Τυχαίες λέξεις
Θριαμβευτικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: triumfalny, triumfujący, zwycięski, tryumfalny, triumfalne
Μεταφράσεις: triumfalny, triumfujący, zwycięski, tryumfalny, triumfalne