Μπαγιάτικος στα ουγγρικά
Μετάφραση: μπαγιάτικος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lapos, poshadt, húgy, elévült, állott, lejárt, dohos, áporodott, dohszagú
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπαγιάτικος
μπαγιάτικος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μπαγιάτικος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μπήγω στα ουγγρικά - döfés, tolás, meghajtót, áthajtani, vezessen be, meghajtót a
- μπαίνω στα ουγγρικά - összemenés, belép, adja, lép, adja meg, írja be
- μπακάλης στα ουγγρικά - szatócs, fűszeres, zöldséges, élelmiszerbolt, fűszerkereskedő
- μπαλάντα στα ουγγρικά - ballada, balladát, balladája, balladában, balladai
Τυχαίες λέξεις
Μπαγιάτικος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: lapos, poshadt, húgy, elévült, állott, lejárt, dohos, áporodott, dohszagú
Μεταφράσεις: lapos, poshadt, húgy, elévült, állott, lejárt, dohos, áporodott, dohszagú