Μπαγιάτικος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μπαγιάτικος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
velho, estaca, mofado, cediço, mofo, de mofo, musty
Μπαγιάτικος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπαγιάτικος

μπαγιάτικος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μπαγιάτικος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μπήγω στα πορτογαλικά - enterrar, embaixada, pressão, repercutir, dirigir, conduzir, carro, ...
  • μπαίνω στα πορτογαλικά - contabilizar, entre, agudo, ingressar, entrar, escravizar, psiquiatra, ...
  • μπακάλης στα πορτογαλικά - merceeiro, mercearia, grocer, quitandeiro, vendeiro
  • μπαλάντα στα πορτογαλικά - balada, ballad, balada de, baladas, de balada
Τυχαίες λέξεις
Μπαγιάτικος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: velho, estaca, mofado, cediço, mofo, de mofo, musty