Μπαγιάτικος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: μπαγιάτικος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лепливата, мемлив, остарел, мемливите, вршени експериментите
Μπαγιάτικος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπαγιάτικος

μπαγιάτικος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μπαγιάτικος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • μπήγω στα σλαβομακεδονικά - вози во, се вози во, да возат во, возат во, кола до
  • μπαίνω στα σλαβομακεδονικά - внесете, влезе, влезат, внесете го, да влезе
  • μπακάλης στα σλαβομακεδονικά - колонијалната продавница, бакалин, бакалот
  • μπαλάντα στα σλαβομακεδονικά - балада, баладата, балади, балада кои
Τυχαίες λέξεις
Μπαγιάτικος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: лепливата, мемлив, остарел, мемливите, вршени експериментите