Ονομαστός στα ουγγρικά
Μετάφραση: ονομαστός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
híres, a híres, ismert, neves, leghíresebb
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ονομαστός
ονομαστός συνωνυμα, ονομαστός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ονομαστός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ονομασία στα ουγγρικά - név, kijelölés, megjelölés, kijelölése, kijelölését, kijelölési
- ονομαστικός στα ουγγρικά - alanyeset, alanyeseti, nominális, nominatívusz, csekély, névleges, névszói, ...
- ονοματολογία στα ουγγρικά - nómenklatúra, nómenklatúráról, nómenklatúrát
- οντότητα στα ουγγρικά - entitás, egység, szervezet, személy, gazdálkodó egység
Τυχαίες λέξεις
Ονομαστός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: híres, a híres, ismert, neves, leghíresebb
Μεταφράσεις: híres, a híres, ismert, neves, leghíresebb