Ονομαστός στα πολωνικά
Μετάφραση: ονομαστός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
poważny, zaszczytny, sławny, słynny, słynnego, słynnej, sławy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ονομαστός
ονομαστός συνωνυμα, ονομαστός λεξικό γλώσσας πολωνικά, ονομαστός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ονομασία στα πολωνικά - miano, wymieniać, nazwisko, mianować, nazywać, reputacja, przydomek, ...
- ονομαστικός στα πολωνικά - nominalny, mianownik, symboliczny, mianownikowy, tytularny, imienny, nominalna, ...
- ονοματολογία στα πολωνικά - nazewnictwo, terminologia, mianownictwo, nomenklatura, nomenklatury, nomenklaturę, nomenklaturze
- οντότητα στα πολωνικά - byt, istota, podmiot, jednostka, podmiotem, podmiotu
Τυχαίες λέξεις
Ονομαστός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: poważny, zaszczytny, sławny, słynny, słynnego, słynnej, sławy
Μεταφράσεις: poważny, zaszczytny, sławny, słynny, słynnego, słynnej, sławy