Σπανιότητα στα ουγγρικά

Μετάφραση: σπανιότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hiány, ritkaság, ritkasága, ritka, ritkaságnak, ritkaságnak számít
Σπανιότητα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σπανιότητα

σπανιότητα συνώνυμο, σπανιότητα παραγωγικών συντελεστών, σπανιότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σπανιότητα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σπαθί στα ουγγρικά - kard, kardot, kardját, karddal, kardja
  • σπανάκι στα ουγγρικά - spenót, paraj, spenótot, a spenót, spenóttal
  • σπαρταρώ στα ουγγρικά - vonaglik, gyötrődik, vonaglás, rángásokat, a rángásokat
  • σπασμωδικός στα ουγγρικά - rángatódzó, felforgató, vonagló, görcsös, spasztikus, előforduló görcsös, görcsösen, ...
Τυχαίες λέξεις
Σπανιότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hiány, ritkaság, ritkasága, ritka, ritkaságnak, ritkaságnak számít