Σπανιότητα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σπανιότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
raridade, rarity, raro, rara, coisa rara
Σπανιότητα στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σπανιότητα

σπανιότητα συνώνυμο, σπανιότητα παραγωγικών συντελεστών, σπανιότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σπανιότητα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σπαθί στα πορτογαλικά - suíça, espada, a espada, espada de, da espada
  • σπανάκι στα πορτογαλικά - espinafre, rotação, espinafres, spinach, de espinafre, o espinafre
  • σπαρταρώ στα πορτογαλικά - contorcer, writhe, se contorcer, contorção
  • σπασμωδικός στα πορτογαλικά - espasmódico, espasmódica, espasmódicas, espasmódica de, spasmodic
Τυχαίες λέξεις
Σπανιότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: raridade, rarity, raro, rara, coisa rara