Στοιχείο στα ουγγρικά
Μετάφραση: στοιχείο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elem, eleme, elemet, elemét, elemének
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοιχείο
στοιχείο αυτοπαράδοσης εντυπο, στοιχείο peltier, στοιχείο αυτοπαράδοσης, στοιχείο εγκλήματος, στοιχείο αγγλικά, στοιχείο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, στοιχείο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- στοιβάζω στα ουγγρικά - épületcsoport, máglya, bemagolás, bemagol, zsúfol, cram, a CRAM
- στοιχεία στα ουγγρικά - elemek, elemeket, elemei, elemeit, elem
- στοιχειώδης στα ουγγρικά - alapfokú, elemi, Elementary, általános, alapvető
- στοιχειώνω στα ουγγρικά - odú, törzshely, törzshelye, kísérteni, Haunt
Τυχαίες λέξεις
Στοιχείο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: elem, eleme, elemet, elemét, elemének
Μεταφράσεις: elem, eleme, elemet, elemét, elemének