Στοιχείο στα δανικά
Μετάφραση: στοιχείο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
element, del, elementet, led
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοιχείο
στοιχείο αυτοπαράδοσης εντυπο, στοιχείο peltier, στοιχείο αυτοπαράδοσης, στοιχείο εγκλήματος, στοιχείο αγγλικά, στοιχείο λεξικό γλώσσας δανικά, στοιχείο στα δανικά
Μεταφράσεις
- στοιβάζω στα δανικά - bunke, dynge, CRAM, proppe
- στοιχεία στα δανικά - data, materiale, elementer, bestemmelser, elementerne, dele
- στοιχειώδης στα δανικά - elementære, elementær, ELEMENTARY, elementært, grundlæggende
- στοιχειώνω στα δανικά - haunt, tilholdssted, hjemsøge, nanoteknologiske, forfatningsstridigt
Τυχαίες λέξεις
Στοιχείο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: element, del, elementet, led
Μεταφράσεις: element, del, elementet, led