Συλλαβίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: συλλαβίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
váltás, szakmány, munkaszakasz, forduló, varázsige, szótagol
Συλλαβίζω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συλλαβίζω

πως συλλαβίζω, συλλαβίζω ακόμα το ρυθμό, συλλαβίζω αγγλικα, συλλαβίζω τις λέξεις, συλλαβίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συλλαβίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • συλλέκτης στα ουγγρικά - gyűjtő, kollektor, begyűjtő, kollektoros, gyűjtők
  • συλλαβή στα ουγγρικά - szótag, szótagot, szótagon, szótagra, szótagja
  • συλλαμβάνω στα ουγγρικά - sziklacsúcs, lefoglalás, megakadályozás, fülönfog, elcsíp, rajtakap
  • συλλογίζομαι στα ουγγρικά - kigondol, gondolkodik
Τυχαίες λέξεις
Συλλαβίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: váltás, szakmány, munkaszakasz, forduló, varázsige, szótagol