Συλλαβίζω στα ιταλικά

Μετάφραση: συλλαβίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fascino, malia, tempo, incanto, grazia, sillabare, dividere in sillabe
Συλλαβίζω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συλλαβίζω

πως συλλαβίζω, συλλαβίζω ακόμα το ρυθμό, συλλαβίζω αγγλικα, συλλαβίζω τις λέξεις, συλλαβίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, συλλαβίζω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • συλλέκτης στα ιταλικά - collettore, collezionista, collector, raccoglitore, del collettore
  • συλλαβή στα ιταλικά - sillaba, sillabe, syllable
  • συλλαμβάνω στα ιταλικά - arresto, fermare, impugnare, agguantare, uncinare, capire, prendere, ...
  • συλλογίζομαι στα ιταλικά - ponderare, cogitare, meditare, cogitate
Τυχαίες λέξεις
Συλλαβίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: fascino, malia, tempo, incanto, grazia, sillabare, dividere in sillabe