Συντομεύω στα ουγγρικά
Μετάφραση: συντομεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rövidít, rövidítenie, rövidítsd
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συντομεύω
συντομεύω συνώνυμο, συντομεύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συντομεύω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συντηρώ στα ουγγρικά - fenntart, fenntartása, fenntartani, fenntartására, fenntartásához
- συντομία στα ουγγρικά - kapkodó, rövidsége, légszomj, szapora, rövidségére
- συντονίζω στα ουγγρικά - koordináta, koordinálja, összehangolják, koordinálására
- συντονισμός στα ουγγρικά - egyeztetés, összehangolás, koordináció, koordinációs, koordinációt
Τυχαίες λέξεις
Συντομεύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: rövidít, rövidítenie, rövidítsd
Μεταφράσεις: rövidít, rövidítenie, rövidítsd