Συντομεύω στα σλοβενικά

Μετάφραση: συντομεύω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Skrajšati, skrajša, Lišiti, skrajševati
Συντομεύω στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντομεύω

συντομεύω συνώνυμο, συντομεύω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, συντομεύω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • συντηρώ στα σλοβενικά - vzdrževati, vzdrževanje, ohrani, ohranjati, ohranjanje
  • συντομία στα σλοβενικά - kratkost, oteženo, težko, kratka, kratko
  • συντονίζω στα σλοβενικά - sladit, usklajuje, usklajevati, usklajujejo, koordinatni, uskladiti
  • συντονισμός στα σλοβενικά - usklajevanje, koordinacija, koordinacijo, usklajevanja, usklajenost
Τυχαίες λέξεις
Συντομεύω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: Skrajšati, skrajša, Lišiti, skrajševati