Άνθρωπος στα ουκρανικά

Μετάφραση: άνθρωπος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
матуся, зовнішність, народ, людський, чоловік, люди, нікого, особистість, людина, осіб, людей
Άνθρωπος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνθρωπος

άνθρωπος μεταξουργείο, άνθρωπος ελέφαντας, άνθρωπος είσαι και λυγάς, άνθρωπος από ατσάλι, άνθρωπος δαγκώνει σκύλο, άνθρωπος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άνθρωπος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • άνθρακας στα ουκρανικά - обвуглюватися, вугільний, вугілля
  • άνθρωποι στα ουκρανικά - народ, люди, людей
  • άνισος στα ουκρανικά - неадекватний, невідповідний, нерівноцінний, нерівний
  • άνοδος στα ουκρανικά - підвищення, додаток, приріст, збільшення, анод
Τυχαίες λέξεις
Άνθρωπος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: матуся, зовнішність, народ, людський, чоловік, люди, нікого, особистість, людина, осіб, людей