Άνθρωπος στα σουηδικά
Μετάφραση: άνθρωπος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
man, person, folk, mänsklig, karl, människa, mannen, människan, man som
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνθρωπος
άνθρωπος μεταξουργείο, άνθρωπος ελέφαντας, άνθρωπος είσαι και λυγάς, άνθρωπος από ατσάλι, άνθρωπος δαγκώνει σκύλο, άνθρωπος λεξικό γλώσσας σουηδικά, άνθρωπος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- άνθρακας στα σουηδικά - kol, stenkols, kol-, stenkol, kolet
- άνθρωποι στα σουηδικά - folk, människor, personer, folket, människor som
- άνισος στα σουηδικά - ojämn, ojämlika, ojämna, olika, ojämlik
- άνοδος στα σουηδικά - anod, anoden, anod-, anodens
Τυχαίες λέξεις
Άνθρωπος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: man, person, folk, mänsklig, karl, människa, mannen, människan, man som
Μεταφράσεις: man, person, folk, mänsklig, karl, människa, mannen, människan, man som