Άνθρωπος στα ισπανικά

Μετάφραση: άνθρωπος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
individuo, hombre, varón, mundo, poblar, pueblo, humano, persona, el hombre, hombre de, del hombre, al hombre
Άνθρωπος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνθρωπος

άνθρωπος μεταξουργείο, άνθρωπος ελέφαντας, άνθρωπος είσαι και λυγάς, άνθρωπος από ατσάλι, άνθρωπος δαγκώνει σκύλο, άνθρωπος λεξικό γλώσσας ισπανικά, άνθρωπος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • άνθρακας στα ισπανικά - carbón, carbonero, de carbón, del carbón, el carbón, hulla
  • άνθρωποι στα ισπανικά - poblar, pueblo, mundo, gente, personas, la gente, las personas
  • άνισος στα ισπανικά - desigual, desigualdad, desiguales, desigualdad de, la desigualdad
  • άνοδος στα ισπανικά - advenimiento, acceso, ánodo, del ánodo, de ánodo, ánodo de, anódico
Τυχαίες λέξεις
Άνθρωπος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: individuo, hombre, varón, mundo, poblar, pueblo, humano, persona, el hombre, hombre de, del hombre, al hombre