Άνθρωπος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: άνθρωπος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
човешко, мъж, човешки, човешка, човек, мъж на, човека
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνθρωπος
άνθρωπος μεταξουργείο, άνθρωπος ελέφαντας, άνθρωπος είσαι και λυγάς, άνθρωπος από ατσάλι, άνθρωπος δαγκώνει σκύλο, άνθρωπος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άνθρωπος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- άνθρακας στα βουλγαρικά - въглищен, каменни въглища, въглища, въглищата, на въглища
- άνθρωποι στα βουλγαρικά - хора, хората, души
- άνισος στα βουλγαρικά - неравен, нееднакъв, неравностойно, неравно, неравното
- άνοδος στα βουλγαρικά - анод, аноден, анодна, анодно, на аноди
Τυχαίες λέξεις
Άνθρωπος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: човешко, мъж, човешки, човешка, човек, мъж на, човека
Μεταφράσεις: човешко, мъж, човешки, човешка, човек, мъж на, човека