Έκβαση στα ουκρανικά

Μετάφραση: έκβαση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вихід, виходе, наслідок, результат, кінець, реструктуризація, реструктурування
Έκβαση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκβαση

έκβαση λεξικό, εκβαση συνώνυμο, έκβαση στα αγγλικά, έκβαση ορισμός, έκβαση english, έκβαση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, έκβαση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • έθιμο στα ουκρανικά - клієнтура, пристосувати, пристосований, митний, звичай
  • έθνος στα ουκρανικά - нація, американці, державу, країна, народе, народ
  • έκδηλος στα ουκρανικά - ясно, виявлятися, позірний, прозорий, чистий, явний, удаваний, ...
  • έκδοση στα ουκρανικά - шинкарі, проблема, проблему
Τυχαίες λέξεις
Έκβαση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вихід, виходе, наслідок, результат, кінець, реструктуризація, реструктурування