Έκλυση στα ουκρανικά
Μετάφραση: έκλυση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вирізнення, виокремлення, деморалізація, емісія, емісійний, реліз
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έκλυση
έκκληση ετυμολογία, έκλυση μεθανίου, έκλυση ραδιενέργειας, εκλυση συνώνυμο, έκλυση wiki, έκλυση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, έκλυση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- έκθεση στα ουκρανικά - намагатися, вдачу, вдача, стаття, краєвид, місцеположення, нарис, ...
- έκκληση στα ουκρανικά - драматурги, звернення, обіг, поводження, звертання
- έκλυτος στα ουκρανικά - розпутний, лихий, відважний, хвацький, хвацька, лихої
- έκπαγλος στα ουκρανικά - приголомшення, приголомшливий, приголомшуючий, ekpaglos
Τυχαίες λέξεις
Έκλυση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вирізнення, виокремлення, деморалізація, емісія, емісійний, реліз
Μεταφράσεις: вирізнення, виокремлення, деморалізація, емісія, емісійний, реліз