Αγκάθι στα ουκρανικά
Μετάφραση: αγκάθι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гребінь, корінець, колючка, хребет, шип, сутність, шпилька, шпильку
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγκάθι
αγκάθι του χριστού φυτό, αγκάθι στο λαιμό, αγκάθι αχινού, αγκάθι του αγίου ιωάννη ή βαλσαμόχορτο, αγκάθι στα αρχαία, αγκάθι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αγκάθι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αγιοπρεπής στα ουκρανικά - безгрішний, agioprepis
- αγιότητα στα ουκρανικά - святиня, святість, святості
- αγκάλιασμα στα ουκρανικά - обійняти, охоплювати, охопити, обійматися, обійми, обіймання
- αγκίδα στα ουκρανικά - тріска, осколок, уламок, скалку, скалка
Τυχαίες λέξεις
Αγκάθι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: гребінь, корінець, колючка, хребет, шип, сутність, шпилька, шпильку
Μεταφράσεις: гребінь, корінець, колючка, хребет, шип, сутність, шпилька, шпильку